Του Σεβ. Μητροπολίτη Καισαριανής κ. Δανιήλ |
πηγη: Romfea.gr
Τήν 1 Σεπτεμβρίου ἀρχίζει τό ἐκκλησιαστικό ἔτος πού διατηρεῖ μέχρι σήμερα τήν ἀρχαία ὀνομασία Ἀρχή τῆς Ἰνδίκτου ἤ Ἐπινεμήσεως.
1. Ἡ λέξη Ἴνδικτος εἶναι λατινική καί χρησιμοποιεῖται μέ τήν ἔννοια τοῦ ἔτους. Στά ἑλληνικά χρησιμοποιεῖται ἡ λέξη Ἐπινέμησις δηλαδή μερισμός τοῦ χρόνου πού εἶναι τό ἔτος.
Ὁ Αὐτοκράτορας τῆς Ρώμης Διοκλητιανός εἰσήγαγε ὡς τρόπο διαιρέσεως τοῦ χρόνου γιά τήν εἴσπραξη τῶν φόρων τήν Ἰνδικτιῶνα πού περιελάμβανε πέντε ἔτη, πέντε Ἰνδίκτους. Ὁ μέγας Κωνσταντῖνος ἐπέκτεινε τήν Ἰνδικτιῶνα σέ δεκαπέντε Ἰνδίκτους, δηλαδή ἔτη.
Ὁ τρόπος αὐτός χρονολογήσεως μέ Ἰνδικτιῶνες εἰσήχθη τόν 4ο μ.Χ. αἰῶνα καί ἀκολουθήθηκε κατά τήν διάρκεια τῆς Βυζαντινῆς Αὐτοκρατορίας καί στά Μεταβυζαντινά κείμενα. Διατηρεῖται μέχρι σήμερα στά Πατριαρχικά ἔγγραφα τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου, στά ὁποῖα ἀναγράφεται ἡ λατινική λέξη Ἰνδικτιών καί ἡ ἑλληνική Ἐπινέμησις καί ἡ ἀρίθμησή της, α΄, β΄, γ΄ καί οὕτως καθ’ ἑξῆς ἕως ιε΄.
Ἡ κάθε Ἴνδικτος ἄρχιζε τήν 1 Σεπτεμβρίου καί ἔληγε τήν 31 Αὐγούστου.
Οἱ Ἰνδικτιῶνες (δηλαδή οἱ δεκαπενταετίες) δέν ἀριθμοῦνταν, ὅπως π.χ. οἱ Ὀλυμπιάδες στόν ἀρχαιοελληνικό κόσμο. Μέ μαθηματικές πράξεις ὅμως πολύ εὔκολα προσδιορίζεται τό ἔτος στήν χρονολόγηση ἀπό γεννήσεως τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ.
2. Ὁ μῆνας Σεπτέμβριος εἶναι ὁ ἕβδομος μῆνας συναριθμούμενος ἀπό τοῦ Μαρτίου πού εἶναι ὁ πρῶτος μῆνας. Ἐξ’ ἄλλου αὐτό δηλώνει καί τό ὄνομά του.
2. Ὁ μῆνας Σεπτέμβριος εἶναι ὁ ἕβδομος μῆνας συναριθμούμενος ἀπό τοῦ Μαρτίου πού εἶναι ὁ πρῶτος μῆνας. Ἐξ’ ἄλλου αὐτό δηλώνει καί τό ὄνομά του.
α΄ Οἱ Πατέρες καί Διδάσκαλοι τῆς Ἐκκλησίας μᾶς ἐξηγοῦν, γιατί ἀφοῦ ὁ Μάρτιος εἶναι ὁ πρῶτος μῆνας ἐμεῖς ἀρχίζουμε τό ἔτος τόν Σεπτέμβριο πού εἶναι ὁ ἕβδομος. Ὁ λόγος εἶναι βαθύτατα θεολογικός καί στηρίζεται στήν Ἁγία Γραφή.
Στό Βιβλίο τῆς Ἐξόδου ιβ΄, 1 ὁ Νομοθέτης καί Προφήτης Μωϋσῆς ὁρίζει καί τοποθετεῖ τόν μῆνα Μάρτιο πρῶτο τοῦ ἔτους στόν Ἰουδαϊσμό: «Ὁ Μῆνας αὐτός γιάς σᾶς, ἀρχή Μηνῶν, πρῶτος θά εἶναι γιά σᾶς ἀπό τούς μῆνες τοῦ ἔτους».
Στό Βιβλίο τῆς Γενέσεως μαθαίνουμε, σύμφωνα μέ ὅλους τούς ἑρμηνευτές (Νικηφόρος Κάλλιστος Ξανθόπουλος † 1335, Εὐσέβιος Καισαρείας ὁ Παμφίλου † 265-340, Ἀναστάσιος Σιναΐτης Πατριάρχης Ἀντιοχείας †561, Ἰωάννης Δαμασκηνός † 756, Ματθαῖος Βλάσταρις † 1332 ἤ 1090, Μιχαήλ Ψελλός †1014), ὅτι αὐτό τό μῆνα δημιούργησε ὁ Θεός ἐκ τοῦ μή ὄντος εἰς τό εἶναι ὅλα τά αἰσθητά κτίσματα. Κι αὐτό ἀποδεικνύεται ἀπ’ τό ὅτι κάθε χρόνο τόν Μάρτιο ἡ γῆ βλαστάνει τά βότανα καί ὅλα τά χορτάρια, ὅπως καί τότε τά βλάστησε κατά τήν δημιουργία τοῦ Κόσμου, ὅταν διέταξε ὁ Θεός καί εἶπε : «Βλαστησάτω ἡ γῆ βοτάνην χόρτου » (Γενέσεως α΄11) καί διότι κατά τόν μῆνα Μάρτιο γίνεται ἡ γλυκύτατη Ἄνοιξη καί ἡ θάλασσα ἡρεμεῖ καί ὁ οὐρανός φαίνεται καθαρώτερος καί λαμπρότερος, ἐλευθερούμενος ἀπό τήν συννεφιά τοῦ χειμῶνα πού πέρασε, ὅπως ἔγιναν αὐτά κατά τήν πρώτη ἐκείνη δημιουργία τοῦ Κόσμου.
Αὐτό τό μῆνα συνέβησαν διάφορα γεγονότα τῆς ἱερᾶς ἱστορίας τῆς σωτηρίας τήν περίοδο τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης ἀλλά καί τοῦ μυστηρίου τῆς ἐνσάρκου οἰκονομίας τοῦ Υἱοῦ τοῦ Θεοῦ (Εὐαγγελικά Ἀναγνώσματα) ὁ Ἰσραηλιτικός λαός ἑόρτασε τό πρῶτο Πάσχα καί ἐλευθερώθηκε ἀπό τήν δουλεία τῶν Αἰγυπτίων.
Αὐτό τό μῆνα εἰσῆλθαν οἱ Ἰσραηλῖτες στήν γῆ τῆς ἐπαγγελίας, ὅπως συμπεραίνεται ἀπό τό βιβλίο τοῦ Ἰησοῦ τοῦ Ναυῆ, ἀφοῦ ἑόρτασαν τό Πάσχα στήν Ἱεριχώ.
Αὐτό τό μῆνα κατέβηκε ἀπό τούς οὐρανούς ὁ Υἱός τοῦ Θεοῦ γιά τήν δική μας σωτηρία καί συνελήφθη στήν μήτρα τῆς Ἀειπαρθένου Μαρίας δανειζόμενος σάρκα ἀπό αὐτή.
Αὐτό τό μῆνα καταδέχθηκε ὁ Κύριος νά σταυρωθεῖ καί νά ἀναστηθεῖ. Ἑπομένως εἶναι ὁ μῆνας τῆς δημιουργίας, τῆς ἀναδημιουργίας καί τῆς σωτηρίας.
β΄. Ὁ Σεπτέμβριος μῆνας εἶναι ὁ μῆνας τῆς φθορᾱς γι’ αὐτό καί μᾶς εἰσάγει στό Φθινόπωρο. Ἐξηγεῖ ὁ ὕπατος τῶν Φιλοσόφων τοῦ Βυζαντίου Μιχαήλ Ψελλός τήν αἰτία πού ἀποφασίσθηκε τό ἔτος νά ἀρχίζει τόν Σεπτέμβριο ὅτι γιά τήν πρώτη κτίση (δημιουργία) καί γιά τήν αὔξηση στό καλλίτερο φαίνεται, ὅτι ἀρχή εἶναι ἡ πρώτη ἰσημερία τοῦ χρόνου, δηλαδή ὁ Μάρτιος, ὕστερα ὅμως ἀπό τήν κατάρα (τήν πτώση τῶν πρωτοπλάστων) ἐξ αἰτίας τῆς παραβάσεως καί τήν κοπιαστική ζωή πού ὁδηγεῖ στήν φθορά ἀρχή τοῦ τέθηκε εἶναι ἡ δεύτερη ἰσημερία, ἐπειδή ἀπ’ ἐκεῖ ἀρχίζουν ὅλα νά ὁδηγοῦνται στήν φθορά.
Ἡ λέξη χρόνος σημαίνει αὐτό πού περιλαμβάνει καί καταλύει τά πάντα. Γι’ αὐτό ἀρχή τοῦ χρόνου καί τῆς φθορᾶς εἶναι ὁ Σεπτέμβριος. Μέχρι τόν Σεπτέμβριο μῆνα δυναμώνει τό εἶδος ὅλων τῶν καρποφόρων καί μή καρποφόρων φυτῶν. Ἀπό τόν Σεπτέμβριο ὅμως ξηραίνονται τά φυτά ἤ διαλύονται ἤ φθείρονται. Γι’ αὐτό τόν λόγο τόν Σεπτέμβριο ἀρχίζει τόν Φθινόπωρο.
γ΄. Ἐπειδή ὁ Δημιουργός Θεός δέν ἐπιθυμεῖ τήν φθορά καί τήν καταστροφή τῶν δημιουργημάτων Του προανήγγειλε με΄τήν ἀναγέννηση τήν Ἄνοιξη τήν ἐλευθερία τους ἀπό τήν δουλεία τῆς φθορᾶς, ὅπως θεολογεῖ ὁ Ἀπόστολος Παῦλος:
γ΄. Ἐπειδή ὁ Δημιουργός Θεός δέν ἐπιθυμεῖ τήν φθορά καί τήν καταστροφή τῶν δημιουργημάτων Του προανήγγειλε με΄τήν ἀναγέννηση τήν Ἄνοιξη τήν ἐλευθερία τους ἀπό τήν δουλεία τῆς φθορᾶς, ὅπως θεολογεῖ ὁ Ἀπόστολος Παῦλος:
«Τῇ γὰρ ματαιότητι ἡ κτίσις ὑπετάγη, οὐχ ἑκοῦσα, ἀλλὰ διὰ τὸν ὑποτάξαντα, ἐπ' ἐλπίδι ὅτι καὶ αὐτὴ ἡ κτίσις ἐλευθερωθήσεται ἀπὸ τῆς δουλείας τῆς φθορᾶς εἰς τὴν ἐλευθερίαν τῆς δόξης τῶν τέκνων τοῦ Θεοῦ» (Πρός Ρωμαίους η΄ 20-21)
Δηλαδή : «Ξέρετε, βέβαια, πώς ἡ κτίση ὑποτάχτηκε κι αὐτή στή φθορά, ὄχι γιατί ἔφταιγε, ἀλλά γιατί ἔτσι θέλησε αὐτός πού τήν ὑπέταξε. Ἔχει ὅμως πάντοτε τήν ἐλπίδα, κι αὐτή ἀκόμα ἡ κτίση, πώς θ’ ἀπελευθερωθεῖ ἀπό τήν ὑποδούλωσή της στή φθορά, καί θά μετάσχει στήν ἐλευθερία πού θ’ ἀπολαμβάνουν τά δοξασμένα παιδιά τοῦ Θεοῦ »
Ὁ Δημιουργός Θεός ὅρισε τόν μῆνα Σεπτέμβριο νά ὀργώνεται ἡ γῆ καί νά προετοιμάζεται, ὥστε νά δεχθεῖ τούς σπόρους μέσα της σάν σέ μήτρα. Διέταξε τόν μῆνα Σεπτέμβριο νά ἀρχίζουν οἱ βροχές γιά νά μαλακώσει ἡ γῆ πού ξεράθηκε ἀπό τό καλοκαίρι πού πέρασε, ὥστε νά γίνει κατάλληλη νά γεωργηθεῖ, γιά νά δεχθεῖ καί νά συλλάβει τά σπέρματα πού θά τοποθετηθοῦν μέσα της. Αὐτά θά τά κυοφορήσει ὅλο τό χειμῶνα καί τήν Ἄνοιξη θά βλαστήσουν γιά νά ἀναγγενηθοῦν τά πάντα.
Ἔτσι ὁ Σεπτέμβριος εἶναι ἡ ἀρχή τῆς συλλήψεως καί κυοφορίας σχεδόν ὅλων τῶν καρπῶν ἐνῶ ὁ Μάρτιος ἡ ἀρχή τῆς γεννήσεως ὅλων σχεδόν αὐτῶν.
3. Γι’ αὐτό καί ὁ ἑορτολογικός κύκλος τῶν ἀκινήτων καί τῶν κινητῶν ἑορτῶν ἀρχίζει τόν Σεπτέμβριο μέ τίς ἑορτές πρῶτα τῆς Γεννήσεως τῆς Θεοτόκου τήν 8 Σεπτεμβρίου καί μετά τῆς συλλήψεως τοῦ ἁγίου ἐνδόξου Προφήτου Προδρόμου καί Βαπτιστοῦ Ἰωάννου τήν 23 Σεπτεμβρίου.
4. Κατά τήν 1 Σεπτεμβρίου ἑορτάζουμε α΄. τήν ἀρχή τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ ἔτους β΄. τήν εἴσοδο τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ στήν Συναγωγή τῆς Ναζαρέτ πού ἀναφέρεται στό εὐαγγελικό ἀνάγνωσμα τῆς ἡμέρας (Λουκᾶ δ΄ 16-30) καί γ΄. γιά νά παρακαλέσουμε τόν Θεό νά μᾶς σπλαγχνισθεῖ καί νά εὐλογήσει τόν νέο ἔτος καί νά μᾶς τό χαρίσει εὐτυχῆ γεμᾶτο ἀπ’ ὅλα τά σωματικά ἀγαθά καί νά φωτίσει τό νοῦ μας γιά νά περάσουμε ὅλη τήν ἐτήσια περίοδο μέ καθαρή καρδιά καί ἀγαθή συνείδηση καί νά εὐαρεστήσουμε τόν Θεό μέ τήν τήρηση τῶν ἐντολῶν Του καί ἔτσι νά ἐπιτύχουμε τῶν ἐν οὐρανοῖς αἰωνίων ἀγαθῶν.
Τό Οἰκουμενικό Πατριαρχεῖο ἀποφάσισε κατ’ αὐτήν τήν 1η Σεπτεμβρίου νά ἀναπέμπονται εἰδικαί δεήσεις «ὑπέρ τῆς προστασίας τοῦ περιβάλλοντος» καί μέ κατάλληλα κηρύγματα καί ἐκδηλώσεις νά διαφωτίζονται οἱ πάντες καί νά κινητοποιοῦνται γιά τήν ἀνάσχεση καί ἀποτροπή τῶν ἐπικρεμαμένων κινδύνων ἀπό τήν κατάχρηση τοῦ περιβάλλοντος.