Ο βίος του Αγίου
Σήμερα η Εκκλησία εορτάζει και τιμά την ιερή μνήμη του αγίου μάρτυρα Θεμιστοκλή. Ο άγιος Θεμιστοκλής πατρίδα είχε τα Μύρα της Λυκίας, κι έζησε και μαρτύρησε στο διωγμό του Δεκίου, δηλαδή στα 250 μετά Χριστόν. Ο ηγεμόνας του τόπου ζητούσε τότε να βρει έναν Διοσκορίδη το όνομα, που τον είχαν καταγγείλει για χριστιανό. Ο Διοσκορίδης αυτός είναι ο ύστερα μάρτυρας Διοσκορίδης, του οποίου η Εκκλησία εορτάζει τη μνήμη στις 11 Μαΐου. Οι στρατιώτες λοιπόν του ηγεμόνα έψαξαν παντού στην πόλη κι ύστερα βγήκαν και στο βουνό για να βρουν τον Διοσκορίδη.Όπως γράφει ο Απόστολος, φεύγοντας οι Άγιοι τους διώκτες των κρύβονταν «εν ερημίαις και όρεσι και σπηλαίοις και ταις οπαίς της γης», στις ερημιές και στα βουνά και στις σπηλιές και στις τρύπες της γης.
Το μαρτύριο του διωγμού δεν είναι μόνο η ταπείνωση, οι ξυλοδαρμοί, η φωτιά και τελευταία το μαχαίρι του δημίου. Είναι πριν απ’ αυτά και όλη η άλλη αγωνία και η ανασφάλεια, η περιπλάνηση στα βουνά και η ταλαιπωρία, για να προστατέψουν οι άνθρωποι τη ζωή τους, οι γονείς τα νήπια παιδιά τους και τα παιδιά τους γέροντες γονείς των. Γιατί δεν είναι θέλημα Θεού στο διωγμό οι πιστοί να μη φυλάγουν τον εαυτό τους ούτε αυτόκλητοι να παρουσιάζονται και να πηγαίνουν μόνοι τους ζητώντας το μαρτύριο. Στο μαρτύριο οι Άγιοι δεν πηγαίνουν, αλλά το περιμένουν και το δέχονται, γιατί το μαρτύριο είναι χάρη και δωρεά του Θεού και τη χάρη δεν τήν αρπάζει ο πιστός αλλά ετοιμάζει τον εαυτό του για να την δεχθεί.
Οι άνθρωποι λοιπόν του ηγεμόνα βγήκαν στο βουνό και ζητούσαν τον Διοσκορίδη. Τότε βρήκαν το Θεμιστοκλή να βόσκει τα πρόβατα του· γιατί βοσκός ήταν ο άνθρωπος του Θεού. Τον ρώτησαν λοιπόν και τον ανέκριναν, αν είδε πουθενά ή αν ήξερε που κρύβεται ο Διοσκορίδης. Να μια πολύ δύσκολη θέση, στην οποία μπορεί να βρεθεί κανείς εκεί που δεν το περιμένει, ακόμα κι ένας βοσκός επάνω στο βουνό. Ο Θεμιστοκλής και τον Διοσκορίδη και τον τόπο που κρυβόταν ήξερε. Μα πώς να το φανέρωσει; Αυτό θα ήτανε να παραδώσει τον αθώο σε θάνατο και να γίνει ο ίδιος διώκτης της πίστεως. Η καθαρή ψυχή κι η αγαθή συνείδηση του Θεμιστοκλή έκρινε πως δεν μπορούσε να κάμει τέτοιο πράγμα.
Σε τέτοιες δύσκολες ώρες δεν χρειάζονται πολλές σκέψεις και διαλογισμοί. Ούτε και ήξερε ο Θεμιστοκλής, επάνω στο βουνό με τα πρόβατά του, να χάνεται σε τέτοια. Είπε λοιπόν στους στρατιώτες πως ούτε τον Διοσκορίδη είδε ούτε και που κρύβεται ξέρει. Αλλ’ αμέσως, σαν για να αντισταθμίσει το ψέμα που είπε, ομολόγησε πως κι αυτός ήταν χριστιανός. Αυτό που έκαμε ο άγιος Θεμιστοκλής μας θυμίζει την πράξη του αγίου Διονυσίου στα νεώτερα χρόνια· όταν οι στρατιώτες έφτασαν στο κελί του και ζητούσαν τον φονιά του αδελφού του, ο άγιος Διονύσιος είπε πως δεν τον είδε, κι ας ήταν αυτός που τον βοήθησε να φύγει για να μη τον συλλάβουν. Αλλά ο άγιος Θεμιστοκλής έκαμε και κάτι παραπάνω, αντί για τον Διοσκορίδη πρόδωσε τον εαυτό του,
Το δεύτερο αυτό, που έκαμε ο άγιος Θεμιστοκλής, είναι μίμηση του Ιησού Χριστού και συμμόρφωση προς τα λόγια, που είπε εκείνος· «Μείζονα ταύτης αγάπην ουδείς έχει, ίνα την ψυχήν αυτού θη υπέρ των φίλων αυτού»· πιο μεγάλη αγάπη απ’ αύτη δεν υπάρχει παρά να βάλει κανείς τη ζωή του για τους φίλους του. Ο άγιος Θεμιστοκλής έβαλε τη ζωή του για τον Διοσκορίδη, γιατί βέβαια, όταν ομολόγησε πως ήταν χριστιανός, ήξερε τι τον περίμενε. Οι στρατιώτες, αντί να ψάχνουν στο βουνό να βρουν το Διοσκορίδη, έπιασαν το Θεμιστοκλή και τον έφεραν στον ηγεμόνα. Εκεί ο ταπεινός βοσκός συμπλήρωσε και ολοκλήρωσε την ομολογία του. Υπεράσπισε με θάρρος και δεν αρνήθηκε την πίστη του, κι όταν τον έδειραν του πεθαμού κι όταν τον κρέμασαν κι όταν τον έσυραν γυμνό επάνω σε σιδερένια τριβόλια, ώσπου παρέδωσε το πνεύμα του στο Θεό.
Κι άλλη φορά το είπαμε, ότι των Αγίων τα κατορθώματα είναι όλα αξιοθαύμαστα, αλλά δεν είναι όλα αξιομίμητα. Δεν μπορούμε όλοι μας να κατορθώσουμε κάποια ξεχωριστά, που έκαμαν κάποιοι από τους Αγίους. Το μαρτύριο και η άσκηση δεν είναι ανθρώπινα κατορθώματα, αλλά της θείας χάρης, που δίνεται στον καθένα κατά την προαίρεσή του. Και μια από τις μεγαλύτερες δωρεές της θείας χάρης στους Αγίους είναι η διάκριση. «Μείζων των αρετών η διάκρισις», λένε οι πατέρες και διδάσκαλοι της Εκκλησίας. Ο πραγματικά πνευματικός άνθρωπος είναι ο «ανήρ διακρίσεως», όπως διδάσκει ο αδελφός του Μεγάλου Βασιλείου άγιος Γρηγόριος, ο επίσκοπος Νύσσης. Οι Άγιοι έχουν τη διάκριση, που πρώτ’ απ’ όλα είναι αγάπη, να ξέρουν πότε ακόμα και ψέμα μπορούνε να πουν. Αυτό που έκαμε ο ταπεινός βοσκός άγιος μάρτυρας Θεμιστοκλής. Αμήν.
( +Μητροπ. Σερβίων και Κοζάνης Διονυσίου, Εικόνες Έμψυχοι, σ. 307).